Η γραπτή έκφραση αποτελεί μια γνωστική δραστηριότητα με ιδιαίτερες δυσκολίες για τα παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα μάθησης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα σύνθετη και περίπλοκη και απαιτεί την ενεργοποίηση και λειτουργία πολλών επιμέρους γνωστικών λειτουργιών που αφορούν ταυτόχρονα την ορθογραφική λειτουργία, αλλά και τη λειτουργία της σκέψης. Έτσι, στις περιπτώσεις παιδιών με νοητικά προβλήματα, η δυσκολία στη γραπτή έκφραση φαίνεται ότι οφείλεται στα λειτουργικά προβλήματα όλων των επιμέρους λειτουργιών που συμμετέχουν στη γραπτή έκφραση.
Στις περιπτώσεις όμως, των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών όπως είναι η δυσλεξία, η δυσκολία στη γραπτή έκφραση θα πρέπει μάλλον να αποδοθεί όχι στη λειτουργία της σκέψης του παιδιού, αλλά κυρίως στην ειδική δυσκολία που αντιμετωπίζει το παιδί να αποδώσει γραπτά και ταυτόχρονα με τη σωστή ορθογραφία όλες τις σκέψεις του. Επομένως, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το παιδί δεν αδυνατεί να σκεφτεί και συγκροτήσει τις σκέψεις του αλλά προβληματίζεται ως προς τον τρόπο που θα τις αποδώσει, με τη σωστή πάντα ορθογραφία. Το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες, πρέπει να γνωρίζουμε ότι έχει πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που αντιμετωπίζει και καταλαβαίνει ότι οι σκέψεις που καταγράφει είναι ανορθόγραφες, γι’ αυτό και είτε προσπαθεί να αποφεύγει τη γραπτή απόδοση των σκέψεών του ή όπου αυτό είναι αδύνατο, προσπαθεί να γράφει όσο το δυνατόν μικρότερης έκτασης κείμενα ώστε να αποφύγει τα πολλά ορθογραφικά λάθη. Όμως, σ’ αυτή την περίπτωση, αυτό που θα έχει γράψει το παιδί είναι πιθανόν να παρουσιάζει ελλείμματα ως προς το περιεχόμενο, με αποτέλεσμα το παιδί να κρίνεται αρνητικά όχι μόνο ως προς την ορθογραφική ικανότητά του, αλλά και ως προς την ικανότητα της σκέψης του (κάτι που δεν ισχύει).
Η παρέμβαση από έναν Ειδικό Παιδαγωγό σε αυτή την περίπτωση κρίνεται άμεση και απαραίτητη. Προκειμένου να μπορέσουμε να βοηθήσουμε το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες, θα πρέπει αρχικά, να χωρίσουμε την εκπαιδευτική παρέμβαση σε δύο επιμέρους τομείς. Το πρώτο βήμα, είναι να αρχίσουμε μια συστηματική εξάσκηση στην ορθογραφία (εκμάθηση καταλήξεων, τονισμός, κλίση ρημάτων και ουσιαστικών, εκμάθηση της ορθογραφίας κάποιων λέξεων που δυσκολεύουν το παιδί μέσα από ζωγραφιές, κ.λ.π.). Έπειτα, προκειμένου να ενισχύσουμε την ανάπτυξη της σκέψης του, και εφόσον ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί το πρόγραμμα εκμάθησης της σωστής ορθογραφίας, είναι προτιμότερο αντί να του ζητάμε να αποδώσει γραπτά τις σκέψεις του να τις αποδίδει μέσα από τον προφορικό λόγο, (δηλαδή στη θέση του “σκέφτομαι και γράφω” εμείς εφαρμόζουμε την τεχνική “σκέφτομαι και λέω”). Με τη μέθοδο αυτή, το παιδί έχει τη δυνατότητα να εξασκείται στη διαμόρφωση και την έκφραση των σκέψεών του, χωρίς να πτοείται από τις ορθογραφικές δυσκολίες του. Αυτό συμβάλλει στο να ενθαρρύνονται ταυτόχρονα και οι δύο επιμέρους τομείς που συγκροτούν τη γραπτή έκφραση, δηλαδή η ανάπτυξη και η διεύρυνση της σκέψης καθώς και η εκμάθηση της ορθογραφημένης γραφής των λέξεων. Όταν πλέον ο τομέας της ορθογραφίας θα έχει ενισχυθεί σε ικανοποιητικό βαθμό, τότε είναι η κατάλληλη στιγμή να αρχίσουμε να ζητάμε από το παιδί να αποδώσει και γραπτά, με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, ένα μέρος των σκέψεων που είχε εκφράσει προφορικά.
Φωτογραφία από Thought Catalog από το Unsplash